Παρασκευή 24 Ιουνίου 2022
16:30 χτύπησε το κουδούνι του σπιτιού μου ο Γιάννης. Φύγαμε μαζί από Πάτρα για να βρούμε τον Βασίλη στο Αίγιο και από εκεί θα φεύγαμε και οι τρεις μας να βρούμε και τους υπόλοιπους στο Σόλος, ένα ορεινό χωριό του νομού Αχαϊας.
Χτισμένο σε υψόμετρο 1.050 μέτρων στις βόρειες πλαγιές του όρους Κράθης, πρόβουνου των Αροανίων, αποτελεί έναν από τους πιο ορεινούς οικισμούς της Αχαϊας. Για την ιστορία αξίζει να αναφέρω πως οι κάτοικοι του Σόλου, όπως και των γύρω χωριών, συμμετείχαν ενεργά στην επανάσταση του 1821. οπλαρχηγός Αναγνώστης Γιαννόπουλος ή Πάτζος από το χωριό Περιστέρα Καλαβρύτων, σε αυτοβιογραφία του αναφέρει εκτενώς τις δοξολογίες και άλλες τελετές κατά την αναχώρηση των ενόπλων από τα χωριά Περιστέρα, Μεσορρούγι και Σόλο για την πολιορκία της Τρίπολης στα τέλη του Μαρτίου 1821.
Μετά από περίπου δύο ώρες φτάσαμε στο μέρος όπου θα στήναμε τις σκηνές. Εκεί μας περίμεναν ήδη ο Νίκος με το τον Σερ.
Ο Νίκος, ο Γιάννης, ο Σερ και ο Βασίλης είχαν ήδη αρχίσει να στήνουν τις σκηνές τους. Η ώρα ήταν ήδη 19:00 όταν πήρα την απόφαση πως δε θα κοιμηθώ στη σκηνή που είχα στο σακίδιο μου. Ραντεβού με το χώμα ξανά.
Φτυάρι πτυσσόμενο με αξίνα ειδικό για περιπτώσεις κάμπινγκ και πριόνι χειρός επίσης πτυσσόμενο για να χωράει μαζί με τα υπόλοιπα πράγματα στο σακίδιο. Ξύλα από πεσμένους κορμούς δέντρων ήταν ό,τι ακριβώς χρειαζόμουν για να φτιάξω τον σκελετό του καταλύματος.
Το δάσος αποτελείται κυρίως από Έλατο και λιγότερο από πεύκο και σε διάφορα σημεία διάσπαρτα υπάρχει φτέρη. Το βράδυ έφτασε και με βρήκε με τον φακό κεφαλής να μαζεύω φτέρη για να καλύψω την οροφή ώσπου σταμάτησα όταν σκοτείνιασε λόγο κούρασης.
Ο Βασίλης μαγείρεψε πένες με κόκκινη σάλτσα στη μεγάλη κατσαρόλα αλουμινίου. Φάγαμε και πήγαμε όλοι μαζί να πλύνουμε τα σκεύη ώστε να είναι έτοιμα για το επόμενο μαγείρεμα.
Καθίσαμε όλοι μαζί στα ξύλινα παγκάκια που προϋπήρχαν στο χώρο παρέα με το ούζο και την λεμονάδα.
Κάπου στο όγδοο ποτήρι ξαφνικά μέσα στο δάσος ακούμε έναν θόρυβο ο οποίος χάθηκε και επανήλθε ξανά μετά από λίγα δευτερόλεπτα. Ξεπροβάλει λοιπόν μέσα από το σκοτεινό δάσος μια βέσπα του 72, ήταν ο Αντώνης. Συλλεκτικό μοντέλο χρώματος φυστικί, ένα από τα σαράντα μόλις μοντέλα που κυκλοφορούν στην Ελλάδα με ωραία καφετί δερμάτινη σέλα. Ο Αντώνης ουσιαστικά μας έκανε έκπληξη με την εμφάνιση του καθώς μέχρι και από πρίν από λίγο όλοι πιστεύαμε πως δε θα έρθει.
Εδώ πρέπει να αναφέρω την φιλότιμη προσπάθεια του Αντώνη να μας φέρει μαζί του ένα φορητό από φελιζόλ ψυγείο στην μπροστινή σκάρα της βέσπας. Αυτό που δεν είχε όμως υπολογίσει ο Αντώνης ήταν πως όταν το σκοτάδι θα έφτανε, όπως και έγινε, το ψυγείο κάλυπτε μέρος του μπροστινού φαναριού με αποτέλεσμα να μην βλέπει μπροστά του. Τέλος καλό όμως και όλα καλά!
Μέχρι να πάμε για ύπνο πίναμε, συζητούσαμε και ακούγαμε μουσική. Κάποια στιγμή πήγα να στο κατάλυμα μου για να ανάψω την λάμπα πετρελαίου που κουβαλάω σχεδόν πάντα μαζί μου. Τότε αντίκρισα πάνω στο σεντόνι μου δεκάδες μεγάλες μαύρες αράχνες, όπου και να έστρεφα το βλέμμα μου έβλεπα παντού αράχνες. Είχα περιέργεια για το αν θα με πείραζαν αργότερα που θα κοιμόμουν. Η απορία μου λύθηκε καθώς δεν με πείραξαν ποτέ αν και όλο το βράδυ με περιτριγύριζαν. Μόνο ένα κουνούπι τα ξημερώματα προσπαθούσε αλλά μετά από μία ώρα μάχης δεν κατάφερε να πάρει αυτό που ήθελε.
Σάββατο 25 Ιουνίου 2022
Έχω ξυπνήσει από το φώς της μέρας. Ανοίγοντας τα μάτια μου αντικρίζω την καλαμωτή που έχω για ταβάνι ανάμεσα στις καταπράσινες φτέρες. Περικυκλωμένος από το πανέμορφο δάσος, πουλιά κελαηδούν και από μακριά ακούγετε νερό να κυλάει. Το χώμα και το δάσος δημιουργούν ποταμούς από μυρωδιές. Χρώματα που δεν έχεις συνηθίσει,σαν να ξυπνάς μέσα σε όνειρο. Αλήθεια δεν ξέρω πως θα μπορούσα να περιγράψω αυτό που είδα σε συνδυασμό με όλες μου τις αισθήσεις.
Σηκώθηκα από το κρεβάτι μου και συμπλήρωσα φτέρη στη σκεπή για να μπαλώσω κάποιες τρύπες. Αφού το έκανα βρήκα τους υπόλοιπους που έμεναν εκατό περίπου μέτρα πιο μακριά από εμένα. Δεν ξέρω ακόμα τί είναι αυτό που με κάνει να ξακρίζω στην απομόνωση.
Μαγείρεψα αβγά τηγανιτά για τον Σερ και βραστά αβγά για εμένα και τον Βασίλη. Σε λίγη ώρα κατέφθασαν ο Αντώνης με την Τζένη και ο Παναγιώτης. Φύγαμε οι τέσσερις μας για βόλτα μέσα στο δάσος και μπάνιο στο ποτάμι όπου κάναμε περίπου μια ώρα για να φτάσουμε. Το ποτάμι εδώ στο βουνό είναι πολύ κρύο. Οι αστράγαλοι μου πάγωσαν και πονούσαν από την χαμηλή θερμοκρασία που έχει εκεί το νερό.
Αφού κάναμε το μπάνιο μας στο ποτάμι πήραμε τον δρόμο της επιστροφής. Εγώ και ο Παναγιώτης αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε μια διαφορετική διαδρομή επιστροφής. Κόψαμε δρόμο μέσα από τις μεγάλες ανηφόρες μέσα στην καρδιά του δάσους περπατώντας ανάμεσα σε πανύψηλα έλατα που έκαναν παχύ ίσκιο.
Στη διαδρομή αυτή βρήκαμε την προσπάθεια κάποιων να κατασκευάσουν μια ξύλινη καλύβα. Η θέση της κατά την δικιά μου εκτίμηση ήταν τέλεια, μακριά από τυχόν αδιάκριτα βλέμματα και σχετικά κοντά στον ποταμό. Ο Νίκος με είχε ενημερώσει σχετικά με αυτήν την καλύβα. Μου είχε πει πως είχε δει τα παιδιά στον χώρο εκείνο και μάλιστα είχαν φέρει μαζί τους και ένα φορητό μηχάνημα το οποίο μετατρέπει τους κορμούς σε καδρόνια. Μου είπε μάλιστα πως το μηχάνημα αυτό για κακή τους τύχη δεν δούλεψε λόγο κάποιας βλάβης. Έχω μεγάλη περιέργεια εάν την επόμενη φορά που θα επισκεφθώ το σημείο θα έχουν προχωρήσει προς την ολοκλήρωση της κατασκευής. Μάγκες μου, εάν διαβάζετε αυτές εδώ τις γραμμές, πραγματικά μου αρέσει πολύ αυτό που κάνετε και ελπίζω να το φέρετε εις πέρας.
Αφού χαζέψαμε για λίγο τους κορμούς που είχαν συγκεντρώσει, συνεχίσαμε την πορεία μας προς το χώρο που είχαμε κατασκηνώσει χωρίς να έχουμε γνώση για το πού ακριβώς είναι. Εν ολίγοις είχαμε χάσει τον προσανατολισμό μας. Θυμάμαι την έκφραση και τα λόγια του Παναγιώτη να μου λέει και να του απαντώ.
- Παν: Έχω 3% μπαταρία στο κινητό για το gps
- Εγώ: ...και εγώ το ίδιο!
Ίσα που πρόλαβα να δω λίγο τον χάρτη και το κινητό έκλεισε από μπαταρία. Αρχίσαμε να κινούμαστε στο περίπου μέσα στο δάσος και φλερτάραμε με το να χαθούμε. Βρεθήκαμε μετά από πολλές ανηφοριές σε ένα χωματόδρομο και βάση λογικής και μόνο ή τύχης καταφέραμε να βρούμε το σωστό δρόμο επιστροφής.
Όταν φθάσαμε είχαμε επισκέψεις από την Μέλη η οποία έφερε χοιρινό, το κάναμε μανέστρα κοκκινιστή για μεσημεριανό. Σε λίγο έφτασε ο Νικόλας με την Μάρη και έστησαν μια μικρή εφεδρική σκηνή που έχω σχεδόν πάντα μαζί μου.
Ο Νίκος με τον Γιάννη, τον Νικόλα και τον Σερ είχαν επιδοθεί στο επιτραπέζιο.
Οι αιώρες στήθηκαν αφού πολλοί από εμάς τις προτιμούμε για τον βραδινό ύπνο.
Το βράδυ έφτασε και πλέον είχαμε καθίσει όλοι μαζί και παίζαμε Παλέρμο, μπλε ιστορίες και με αφήγηση ιστοριών που μας στιγμάτισαν η ώρα έφτασε τρεις το πρωί. Η κουβέντα πήρε συμπαντικές και φιλοσοφικές διαστάσεις ώσπου κάποια στιγμή αποχωρήσαμε όλοι για ύπνο.
Τσάκ τσάκ ακούγονταν μέσα στο δάσος, ο Αντώνης πετούσε σκορδάκια. Γελούσαμε όλοι, ο καθένας από την δικιά του σκηνή αλλά τα γέλια ακούγονταν παντού μέσα στη νύχτα.
Κυριακή 26 Ιουνίου
Ξύπνησα τελευταίος κατά τις τρεις το μεσημέρι. Ούτε το φως του ήλιου κατάφερε να με αφυπνίσει νωρίτερα όσο και αν έμπαινε επίμονα ανάμεσα στις χαραμάδες της καλαμωτής. Η Μέλη, ο Νικόλας και ο Γιάννης κατέβηκαν στο ποτάμι. Όσο έλλειπαν ανέλαβα το μαγείρεμα φακής στη μεγάλη κατσαρόλα. Δεν έχω μαγειρέψει ξανά στη ζωή μου για τόσα άτομα, όπως και να το κάνεις φέρεις μια κάποια ευθύνη.
Μέχρι οι φακές να γίνουν έβαλα μουσική στο ηχείο δημιουργώντας ατμόσφαιρα μουσικού υπαίθριου φεστιβάλ.
Όλα πήγαν κατ'ευχήν με το μαγείρεμα φακής και τις τίμησαν δεόντως όλοι οι λάτρεις της φακής. Μαζί με λίγο ξύδι βαλσάμικο αποτελούν θησαυρό γεύσης.
Comentários